στρατόπεδο συγκέντρωσης

στρατόπεδο συγκέντρωσης
Σ. του είδους ιδρύθηκαν από τους Ισπανούς στη διάρκεια της εξέγερσης της Κούβας. Κατά τη διάρκεια του πόλεμου των Μπόερς, οι Άγγλοι έκλεισαν σε σ. συγκέντρωσης τα γυναικόπαιδα και τους γέρους, για να κάμψουν την αντίσταση των αντιπάλων τους. Στον A’ Παγκόσμιο πόλεμο, υπήκοοι που ανήκαν στα εχθρικά κράτη συγκεντρώθηκαν σε τέτοιου είδους σ. Ιδιαίτερη σημασία έχουν τα σ. συγκέντρωσης που δημιούργησε η εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία. Τα σ. αυτά, που αποτέλεσαν χαρακτηριστικό φαινόμενο της καταπίεσης που ασκούσε το ναζιστικό καθεστώς, απέβλεπαν σε δύο σκοπούς: στην «αναμόρφωση» και «ανάνηψη» των αντιναζιστών (κομμουνιστών, σοσιαλδημοκρατών, Εβραίων κλπ.), και στην εκπαίδευση ηγετικών στελεχών των S-S, με την εφαρμογή μεθόδων πρωτοφανούς σκληρότητας και ολοκληρωτικής έλλειψης κάθε συναισθηματισμού και σεβασμού προς τον συνάνθρωπο. Μετά την κατάληψη της Πολωνίας το 1939 τα σ. του τύπου αυτού αυξήθηκαν και κλείστηκαν σ’ αυτά γέροι, νέοι, παιδιά και πολλοί αιχμάλωτοι. Οι έγκλειστοι υπήρξαν ακένωτη πηγή χειρωνακτών εργατών, από την οποία η «Μείζων Γερμανία» αντλούσε χωρίς οίκτο. Στα σ. εφαρμοζόταν η αρχή της «εξόντωσης με την εργασία», στην οποία προστέθηκε μετά και η συστηματική εξόντωση των Εβραίων, ως κατώτερη φυλή, με θαλάμους αερίων και κρεματόρια. Τέτοιου είδους σ. ήταν κατάσπαρτα στα γερμανικά εδάφη και αποτελούσαν τελείως απομονωμένες περιοχές σε ελώδη και γενικά, σε ανθυγιεινά μέρη. Τα αποτελούσαν συγκροτήματα, τις περισσότερες φορές ξύλινων κατασκευών, που περιβάλλονταν από ηλεκτροφόρα καλώδια, ενώ σε διάφορους πυργίσκους υπήρχαν φρουροί. Ανώτατος διοικητής των σ. αυτών ήταν ο Χίμλερ, αρχηγός των S-S, στους οποίους είχε ανατεθεί η άμεση ευθύνη για τους κρατούμενους. Ο αριθμός των δεσμοφυλάκων ήταν ελάχιστος σε σχέση με τον αριθμό των κρατούμενων. Η σατανικότερη ενέργεια των χιτλερικών ήταν η ανάθεση της κατώτερης διοίκησης των σ. σε κρατούμενους «κάπους» και ιδιαίτερα σε κοινούς εγκληματίες, αποβλέποντας έτσι στην ψυχική εξουθένωση των κρατούμενων και την ηθική εξόντωση τους. Οι συνθήκες διαβίωσης στα σ. αυτά ήταν άθλιες, οι ξυλοδαρμοί συχνότατοι και συνηθισμένες ποινές, η στέρηση της τροφής και οι γυμναστικές ασκήσεις μέσα στα χιόνια. Για βαρύτερα παραπτώματα, ο απαγχονισμός ήταν κάτι το επίσης συνηθισμένο. Στα σ., οι έγκλειστοι είχαν ως ενδεικτικό της ταυτότητάς τους, έναν αριθμό, χωρίς διάκριση φυλής, θρησκείας, εθνικότητας και κοινωνικής τάξης. Τους ξεχώριζαν επίσης από ένα τρίγωνο στην ενδυμασία τους, κόκκινο για τους πολιτικούς κρατούμενους, πράσινο για τους κοινούς εγκληματίες και ροζ για τους ομοφυλόφιλους. Οι Εβραίοι είχαν για διακριτικό το σύνθετο αστέρι του Δαβίδ. Όπως ήταν φυσικό, η ομαδική διαβίωση σε σ. συγκέντρωσης οδήγησε στη δημιουργία ομάδων με μεγάλες αντιθέσεις, τελικά όμως η απάνθρωπη συμπεριφορά των S-S και η κλιμάκωση των εκτελέσεων, οδήγησε στην ανάπτυξη έντονου, αντιστασιακού πνεύματος. Παρά το γεγονός αυτό, οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης μετέβαλαν τους έγκλειστους στα σ. συγκέντρωσης σε σκελετούς, ενώ, παράλληλα, η σκληρή καταναγκαστική εργασία και η ολοκληρωτική έλλειψη ιατρικής περίθαλψης αύξησαν το ποσοστό θνησιμότητας. Σ’ αυτά πρέπει να προστεθούν και τα δήθεν επιστημονικά πειράματα, στα οποία χρησιμοποιούσαν τους κρατούμενους σαν πειραματόζωα, καθώς και το μακάβριο χιούμορ των βασανιστών οι οποίοι υποχρέωναν τους κρατούμενους να παρακολουθούν την προβολή ταινιών που παρουσίαζαν αίφνης παραθεριστές στις Βαλεαρίδες και σε άλλα κοσμικά θέρετρα να ζουν αμέριμνα και να ευωχούνται. Όπως μαρτυρούν έγκλειστοι, που τελικά επιζήσανε, τα σ. συγκέντρωσης ήταν στην πραγματικότητα οργανωμένα σ. «αργού θανάτου», που στοίχισαν τη ζωή σε εκατομμύρια άτομα. Στη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου πόλεμου οι ναζιστές εγκατέστησαν στο Άουσβιτς, μικρή πολωνική πόλη, ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπου θανατώθηκαν περίπου τέσσερα εκατομμύρια αιχμάλωτοι, κυρίως Εβραίοι. Το στρατόπεδο συγκέντρωσης των ναζί στο Μπολζάνο της Ιταλίας (φωτ. ΑΠΕ).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • στρατόπεδο — το 1. μέρος όπου στρατοπεδεύει κάποιος: Οι εχθροί θέλησαν να καταλάβουν το στρατόπεδό μας. 2. «Στρατόπεδο συγκέντρωσης», τόπος συγκέντρωσης αιχμαλώτων ή πολιτικών αντιπάλων: Ο δικτάτορας γέμισε τα στρατόπεδα συγκέντρωσης με πολιτικούς αντιπάλους… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • στρατόπεδο — Τόπος εγκατάστασης στρατεύματος ή ατόμων οργανωμένων στρατιωτικά. Επίσης, τόπος περιορισμού πολιτικών αντιπάλων (σ. συγκέντρωσης). Στην αρχαία Ρώμη, ο στρατός δε στρατοπέδευε, αν προηγούμενα δεν οχυρωνόταν σε θέση η οποία είχε επιλεγεί. Το… …   Dictionary of Greek

  • Концентрационный лагерь Хайдари — (греч. στρατόπεδο συγκέντρωσης του Χαϊδαρίου)  в западном пригороде Афин, функционировал с сентября 1943 года до конца сентября 1944 года, когда вермахт начал эвакуацию с территории Греции. Известен как греческая Бастилия[1]. До этого здесь… …   Википедия

  • Μαουτχάουζεν — (Mauthausen). Ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης Βρισκόταν κοντά στην ομώνυμη κωμόπολη της Άνω Αυστρίας. στην αριστερή όχθη του Δούναβη και σε απόσταση 30 χλμ. Α του Λιντς. Το στρατόπεδο συγκέντρωσης πολιτικών κρατούμενων άρχισε να λειτουργεί τον… …   Dictionary of Greek

  • Νταχάου — (Dachau). Πόλη (25.000 κάτ.) της Γερμανίας, στη Βαυαρία. Είναι χτισμένη σε απόσταση 505 μ. στα αριστερά του ποταμού Άμπερ και 12 χλμ. από το Μόναχο. Διαθέτει βιομηχανίες τροφίμων, ηλεκτρικών ειδών, μηχανοκατασκευών, υφασμάτων, χαρτιού και μπίρας …   Dictionary of Greek

  • Αλμπβάκ, Μορίς — (Maurice Halbwachs, Ρενς 1877 – στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπούχενβαλντ, Γερμανία 1945). Γάλλος κοινωνιολόγος. Οπαδός του Μπερξόν, στράφηκε πολύ νωρίς στη μελέτη των κοινωνικών επιστημών, συνεργάστηκε στην Annιe sociologique και δούλεψε με τους… …   Dictionary of Greek

  • Μπούχενβαλντ — Γερμανικό στρατόπεδο συγκέντρωσης αντιπάλων του ναζισμού ΒΔ της Βαϊμάρης. Πρόσφερε εργατικό δυναμικό σε πολυάριθμα συνεργεία που εργάζονταν για τη γερμανική βιομηχανία και, ιδιαίτερα, στα υπόγεια εργοστάσια του Ντόρα, τα οποία κατασκεύαζαν τα… …   Dictionary of Greek

  • Ζάξενχαουζεν — (Sachenhausen). Κωμόπολη (περ. 5.000 κάτ.) της Γερμανίας στο κρατίδιο του Βρανδεμβούργου. Βρίσκεται 34 χλμ. ΒΔ του Βερολίνου. Στο Ζ. υπήρχε ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπου βρίσκονταν έγκλειστοι πολλοί πολιτικοί κρατούμενοι διαφόρων… …   Dictionary of Greek

  • Μακρόνησος ή Μακρονήσι — Ακατοίκητη νησίδα (18,3 τ. χλμ.) του Αιγαίου πελάγους, στο σύμπλεγμα των Κυκλάδων, η οποία βρίσκεται απέναντι από το Λαύριο. Έχει μακρόστενο σχήμα, απ’ όπου προήλθε και η ονομασία της. Στο νησί αυτό την άνοιξη του 1947 ιδρύθηκε στρατόπεδο… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”